Μπάρι (Bari)



Η πρωτεύουσα της Απουλίας είναι η δεύτερη (μετά την Νάπολη) μεγαλύτερη πόλη της νότιας Ιταλίας (350.000 κάτοικοι ενώ μαζί με τα προάστια φτάνει τους 700.000) και μαζί με το Μπρίντιζι, το κυριότερο λιμάνι της νότιας Αδριατικής. Επίσης είναι έδρα αρκετών πανεπιστημιακών σχολών στις οποίες μεταξύ των ετών 1970 - 2005 φοιτούσε μεγάλος αριθμός Ελλήνων φοιτητών.
Επίσης, ήταν σημείο εκπομπής προπαγανδιστικού φασιστικού ραδιοφωνικού σταθμού που εξέπεμπε στις αρχές του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου προς την Ελλάδα.
Η ιστορία της πόλης αρχίζει το 1500 Π.Χ. περίπου, όταν Ιάπυγες, ιλλυρικής καταγωγής, εγκαθίστανται εδώ και αναπτύσσουν εμπορικές σχέσεις με Μυκηναίους και Μινωΐτες.
Η πρώτη περίοδος άνθησης της πόλης ήρθε μετά την κατάκτηση της από τους Ρωμαίους, τον 3ο αιώνα π.Χ., όταν το λιμάνι της πόλης αξιοποιήθηκε για τα ταξίδια και τις εκστρατείες στην Ανατολή.
Μετά την κατάκτηση του από τους Λομβαρ­δούς, το Μπάρι πέρα­σε για μικρό Διάστημα στα χέρια των Αράβων και, από το 875, των Βυζαντινών.
Μετά από τριετή αποκλεισμό του λιμανιού της, η τελευταία βυζαντινή πόλη στην Κάτω Ιταλία παραδόθηκε το 1071 στον Νορμανδό Ροβέρτο Γυισκάρδο, ο οποίος έθεσε έτσι τέρμα στη Βυζαντινή παρουσία στην Ιταλία.
Οι Σταυροφόροι, που επιβιβάζονταν στο λιμάνι της πόλης για τους Αγίους Τόπους, και οι χιλιάδες χριστιανοί από τη δυτική Ευρώπη, την Ελλάδα και την Ανατολή που έρχονταν για να προσκυνήσουν το σκήνωμα του Αγίου Νικολάου, ήταν οι δυο βασικότεροι λόγοι της μεγάλης ανάπτυξης που γνώρισε το Μπάρι την εποχή της κυριαρχίας των Νορμανδών, τον 12ο αιώνα.
Το κάστρο καταλαμβάνει το νοτιοδυτικό άκρο της παλαιάς πόλης, απέναντι από το σύγχρονο λιμάνι. Χτίστηκε από τον Ρογήρο Β', ανοικοδομήθηκε από τον Φρειδερίκο Β' το 1233-39 και συμπληρώθηκε με ισχυρούς προμαχώνες τον καιρό της Ισαβέλλας της Αραγονίας τον 16ο αιώνα

Σύγχρονη Ιστορία της Πόλης
Η σύγχρονη ιστορία του Μπάρι αρχίζει με τη θεμελίωση της «νέας πόλης», το 1813, από τον Γάλλο στρατηγό Μυρά, ο οποίος είχε διαδεχτεί στο θρόνο της Νεάπολης τον Ιωσήφ Βοναπάρτη.
Ο Μυρά είχε προσπαθήσει να ξεσηκώσει τους κατοί­κους της νότιας Ιταλίας κατά των Βουρβόνων, οι οποίοι όμως επέστρεψαν στη Νεάπολη το 1815, όπου και παρέμειναν έως την ενσωμάτωση της νότιας Ιταλίας στο ιταλικό βασίλειο, το 1860.
Η παλαιά πόλη του Μπάρι βρίσκεται σε ακρωτήριο, μεταξύ του παλαιού και του νέου λιμανιού. Εδώ, σε δαιδαλώδη στενά σοκάκια που προφύλασσαν από τους εχθρούς και τους ισχυρούς ανέμους, βρίσκονται όλα τα μεσαιωνικά αξιοθέατα της πόλης.
Το αρχικό κτίσμα, που ξεχωρίζει εύκολα από τις προσθήκες του 16ου αιώνα, βρίσκεται στο κέντρο της συνολικής κατασκευής, που έχει σχήμα τραπεζοειδές. Σε ανακατασκευασμένες αίθουσες λειτουργεί έκθεση γύψινων εκμαγείων από γλυπτά και αρχιτεκτονικά μέλη ρομανικών μνημείων της Απουλίας.
Ο καθεδρικός ναός της πόλης βρίσκεται νότια από τη βασιλική του Αγίου Νικολάου και ανατολικά από το κάστρο. Χτίστηκε μεταξύ του 12ου και 13ου αιώνα, στη θέση παλαιότερου βυζαντινού ναού που είχαν καταστρέψει το 1156 (όπως και το μεγαλύτερο μέρος της πόλης) οι Νορμανδοί.
Ο ναός στα βασικότερα σημεία του αντιγράφει αυτόν του Αγίου Νικολάου. Στη βόρεια αψίδα σώζονται ίχνη αγιογράφησης του 13ου-14ου αιώνα, ενώ σε ορισμένα σημεία του δαπέδου είναι ορατά ίχνη από το ψηφιδωτό του προγενέστερου βυζαντινού ναού.
Πολύ σημαντική είναι και η συλλογή της Επαρχιακής Πινακοθήκης, η οποία περιλαμβάνει έργα καλλιτεχνών που έζησαν ή εργάστηκαν στη νότια Ιταλία από τον 11ο έως τον 19ο αιώνα
Στα πιο φημισμένα έργα της συλλογής συγκαταλέγονται ο Άγιος Πέτρος, έργο του Τζοβάνι Μπελίνι για το ναό του Άγιου Δομήνικου της Νεάπολης (αιθ. 3), η Παναγία ένθρονη με αγίους του Πάολο Βερονέζε (αιθ. 6), ο Άγιος Ρόκος του Τιντορέτο (αιθ. 6) και ο Άγιος Πέτρος της Αλκαντάρα του Λούκα Τζορνιάνο (αιθ. 13). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους Έλληνες έχει και η αίθουσα 5, όπου εκτίθενται έργα ζωγράφων που ήρθαν στην Απουλία από την Ανατολή μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, το 1453.

Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Στο βορειοανατολικό τμήμα της παλαιάς πόλης βρίσκεται η βασιλική του Αγίου Νι­κολάου (San Nikola), (όπου τα λείψανα του Αγίου του Μυροβλύτη, φυλάσσονται στην κρύπτη του ναού).
Ο ναός απο­τέλεσε πρότυπο για όλους τους μετέπειτα ναούς που χτίστηκαν στην Απουλία.
Πρόκειται για αριστούργημα της Ρομανικής τέ­χνης με το χαρακτηριστικό της πρόσο­ψης, τους μεγάλους και περίτεχνους ρόδακες, στο οποίο έχουν ενσωμα­τώσει, με πολύ διακριτικό τρόπο, και επιρροές από την Κλασική, τη Βυζαντινή και την Αραβική τέ­χνη.
Η τεράστια σε όγκο τρίκλιτη βασιλική άρχισε να χτίζεται το 1087 για να στεγάσει τα λείψα­να του Αγίου Νικολάου, τα οποία ναυτικοί από το Μπάρι έκλεψαν από τα Μύρα της Μι­κράς Ασίας. Κατ΄ άλλους τα έκλεψαν οι σταυροφόροι κατά την 1η σταυροφορία και σε μία άλλη εκδοχή μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, ένας παπικός ιερέας, (ο Αβάς Ηλίας) από το Μπάρι για να τα «σώσει» από τους Άραβες που κατέστρεφαν την περιοχή, μετέφερε το λείψανο του αγίου εδώ.
Τα λείψανα του Αγίου τα πούλησε αργότερα ο πάπας στους Ρώσους. Κατόπιν στο Κίεβο, οι Ρώσοι το μοίρασαν σε πολλά τεμάχια. Λείψανα του Αγίου Νικολάου, πήραν και οι Άγγλοι οι οποίοι τον θαύμαζαν για τα θαύματα, που έκανε. Ο πάπας είχε κρατήσει το δεξί του χέρι, αλλά αργότερα, το 1520, το πούλησε και αυτό στον ηγεμόνα της Βλαχίας. Σώζεται στο Βουκουρέστι, μέσα στο ναό του Αγίου Νικολάου.
Στο εσωτερικό της εκκλησίας, που χωρίζεται σε τρία κλίτη με μαρμάρινους κίονες, αξίζει να δείς τον επισκοπικό θρόνο, τη θολωτή κατασκευή πάνω από την αγία τράπεζα (κιβώριο) και στη δεξιά αψίδα το τρίπτυχο του αγιογράφου από το Ηράκλειο της Κρήτης Ανδρέα Ρίτζου (1451).
Ο Αβάς Ηλίας ήταν ο πρωτεργάτης που έσπειρε αυτήν την ιδέα. Στο έργο «Θρύλος του Κιέβου» (περίπου το 1095) αναφέρεται ότι ο Άγιος Νικόλαος παρουσιάστηκε στο όνειρο ενός αγίου ιερέα από το Μπάρι και του ζήτησε να παρακινήσει τους συμπολίτες του να πάνε στα Μύρα και να φέρουν στην πόλη τους τα λείψανά του. Οι ντόπιοι συγγραφείς ισχυρίζονται ότι αυτός ο άγιος ιερέας είναι ο Ηλίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου